Μέσα στο δόντι υπάρχει ένας χώρος (αυλός) που περιέχει αγγεία, νευρικό και λεμφικό ιστό, που ονομάζεται πολφός. Βαθιά τερηδόνα ή τραύμα μπορεί να δημιουργήσουν ζημιά ή μόλυνση στον πολφό κάνοντας τα αγγεία να πρηστούν. Επειδή όμως βρίσκονται σε κλειστό χώρο εντός του δοντιού, το οίδημα αυτό δεν έχει προς τα πού να εκτονωθεί και το αποτέλεσμα είναι ισχυρός πόνος, που άλλος παρόμοιος του δεν υπάρχει και είναι πολύ έντονος και ενοχλητικός.
Η ενδοδοντική θεραπεία (ή απονεύρωση κοινώς) συνίσταται στην διάνοιξη του δοντιού, καθαρισμό των κατεστραμμένων και διαλυμένων ιστών του πολφού, και ερμητική έμφραξη του με ένα αδρανές υλικό που μοιάζει με σιλικόνη.
Μερικές ενδείξεις ότι ένα δόντι χρειάζεται ενδοδοντική θεραπεία είναι
- Αυθόρμητος ή/και έντονος πόνος
- Πόνος στο δάγκωμα ή στην μάσηση
- Υπερευαισθησία στο κρύο και στο ζεστό
Εκτεταμένος τερηδονισμός ή τραυματισμός μπορεί να δημιουργήσει απόστημα στο οστό που περιβάλλει το δόντι. Οι βλάβες αυτές είναι μη αναστρέψιμες και χωρίς θεραπεία το οστό γύρο από το δόντι θα αρχίσει να εκφυλίζεται/καταστρέφεται. Ο πόνος χειροτερεύει και ο ασθενής τότε συνήθως αναζητά άμεση οδοντιατρική φροντίδα. Αρκετές φορές η επιλογή είναι η εξαγωγή του δοντιού που πονάει, αυτό όμως μπορεί να προκαλέσει μετακίνηση των παρακείμενων δοντιών και κακή σύγκλειση αν δεν αντικατασταθεί με εμφύτευμα ή γέφυρα. Η αρχική φτηνότερη λύση της εξαγωγής μπορεί να είναι πολύ ακριβότερη στο τέλος εάν συμπεριλάβουμε το κόστος του εμφυτεύματος ή της γέφυρας, οπότε είναι προτιμότερο να γίνει ενδοδοντική θεραπεία και να θεραπευτεί το δόντι παρά να γίνει εξαγωγή.
Το ιστορικό του οδοντικού πόνου από πολφική βλάβη είναι ότι είναι επαναλαμβανόμενος με σταδιακή αύξηση του πόνου και με περιόδους ησυχίας. Συχνά στην αρχή παραβλέπεται από τους ασθενείς, μέχρι που γίνεται ανυπόφορος και συνεχής ειδικά την νύχτα, εν αντιθέσει στην αρχή που ήταν μόνο στα ζεστά και στα κρύα ή κατά την μάσηση. Η αντιβιοτική θεραπεία βοηθά αλλά μόνο πρόσκαιρα, και θα πρέπει να χρησιμοποιείται μονάχα όταν χρειάζεται και μόνο με την συνταγή του ιατρού. Σε τέτοιες περιπτώσεις έντονης λοίμωξης γίνετε διάνοιξη του δοντιού για παροχέτευση και αυτό κλείνεται με προσωρινό σφράγισμα ή αφήνεται ανοικτό κατά περίπτωση. Η θεραπεία ολοκληρώνεται μερικές μέρες αργότερα. Η θεραπεία μπορεί να ολοκληρωθεί και σε μία συνεδρία αν το δόντι δεν είναι μολυσμένο.
Η ενδοδοντική θεραπεία είναι επιτυχής και προβλέψιμη πάνω από 70%, γίνεται με τοπική αναισθησία και κατά την διάρκεια της δεν υπάρχει καμία ιδιαίτερη ενόχληση.
Η θεραπεία γίνεται πάντοτε με την χρήση ελαστικού απομονωτήρα για αποφυγή επιμόλυνσης.
Περαιτέρω θεραπεία και αποκατάσταση του δοντιού μπορεί να περιλαμβάνει και παρασκευή και τοποθέτηση στεφάνης (θήκης).